Előző fejezet  

χα τρικυμιώδη χρόνια του δεύτερου μισού του 19™ αιώνα πλήθη τραυματιών επέστρεψαν από τα μέτωπα και, δυστυχώς, ήταν τεράστιος ο αριθμός των ορφανών και των χηρών. Στην κατάσταση αυτή ο βαρώνος εξέφρασε ταυτόχρονα την πίστη του προς τον Αυτοκράτορα και τη συμπόνια του για τους υποφέροντες. Π. χ. το 1859 έδωσε 65.000 φιορίνια για το στρατό, 20.000 στους τραυματίες της ιταλικής εκστρατείας, μοίρασε 5.000 ανάμεσα στους συγγενείς των πεσόντων του πολέμου του Schleswig-Holsten και άλλα 5000 στα σώματα εθελοντών γι' αγορά αλόγων. Την ευγενική του διάθεση μαρτυρεί το γεγονός ότι κάθε χρόνο φρόντιζε για το χριστουγεννιάτικο πεύκο των αναπήρων πολέμου. Υποστήριζε κάθε πρωτοβουλία που απέβλεπε στην κηδεμονία και την εκπαίδευση των τέκνων των αναπήρων πολέμου και των ορφανών των πεσόντων.

«Ητο ο πρώτος όστις έσπευσε να μετρίαση με σημαντικά ποσά την πολύμορφον ανέχειαν.» (Lőrincz Tóth).

Η πόρτα του ήταν πάντα ανοιχτή για κείνους που είχαν ανάγκη από χρήματα ή βοήθεια. Ο γραμματέας του προετοίμαζε κάθε μέρα φακέλλους με μικρά ποσά για να μπορεί να τα δίνει στους ενδεείς σε περίπτωση ανάγκης.

Άγνωστος καλλιτέχνης: Ludovicea. Πρώτο Ουγγρικό Εθνικό'Ιδρυμα Στρατιωτικής

Εκπαιδεύσεως, 1833

Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας

βαρώνος Σίμων Σίνας θεωρούσε την υποστήριξη της εθνικής παιδείας ως μία από τις σπουδαιότερες υποθέσεις του καιρού του. Εκτός από την πρακτική (π. χ. κηπουρική, αμπελουργική) διδασκαλία παρακολουθούσε και τη λειτουργία των ιδρυμάτων στοιχειώδους και ανώτερης παιδείας. Θεωρούσε απαραίτητο εκείνοι που ζούσαν στα κτήματα του να λαμβάνουν την κατάλληλη παιδεία, γι' αυτό αρκετές φορές σπούδασε παιδιά με δικές του δαπάνες. Όταν, το 1853, ο Ferenc Entz, ο ονομαστότερος αμπελουργός και κη-ποτέχνης της εποχής, άνοιξε πρακτικό σχολείο κηπουρικής, έστειλε εκεί για σπουδές πέντε παιδιά.

Σε αρκετά μέρη δημιούργησε ιδρύματα, τέτοιο ήταν π. χ. εκείνο που ίδρυσε στις 20 Ιουλίου 1857 στο μεγάλο αγρόκτημα του στο Gödöllő-Hatvan-Lőrinc, που απέβλεπε στην παροχή διδακτικών μέσων και υποτροφιών στα φτωχά παιδιά, και την βράβευση των διδασκάλων. «Επειδή η ευτυχία των λαών - η κοινή ευημερία - έγκειται ευθέως εν τη λαϊκή παιδεία, επιθυμών να υποστηρίξω και να φέρω εις επιτυχίαν, εν τω μετρώ των δυνατοτήτων μου και μει' ειλικρινούς καλής θελήσεως, και υπό ταύτην την έποψιν τα προνοητικά και σοφά σχέδια της Υψηλής Κυβερνήσεως, απεφάσισα ότι εν τοις σχολίοις των κτημάτων μου θέλω προωθήσει, υπό τους κάτωθι όρους, άνευ θρησκευτικής τίνος διακρίσεως, την ιερόν της σχολικής παιδείας υπόθεσιν δι' υποτροφιών και βραβείων επιδόσεως, βιβλίων και γραφικών μέσων... » - γράφει στο Προοίμιο του ιδρυτικού εγγράφου

Άγνωστος καλλιτέχνης: Το Ινστιτούτο των Τυφλών

Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας

αράλληλα με τα δημόσια ιδρύματα και τα θρησκευτικά ιδρύματα μπορούσαν να υπολογίζουν στη βοήθεια του βαρώνου Σίμωνα Σίνα. Αν και ο ίδιος ήταν ελληνορθόδοξου θρησκεύματος, βοηθούσε όλες τις εκκλησίες, όλα τα θρησκεύματα. Υποστήριξε με 2000 φιορίνια την ανέγερση ίου ναού στο ραγδαία αναπτυσσόμενο συνοικισμό της πρωτεύουσας Lipótváros της πρωτεύουσας, και έκανε επανειλημμένες δωρεές στην Καθολική, τη Λουθηρανική και την Προτεσταντική εκκλησία. Το 1857 π. χ. βοήθησε τους προτεστάντες του Dunaföldvár στην ανακαίνιση του οίκου προσευχής τους και την ορθόδοξη εκκλησιαστική κοινότητα του Rácalmás στην ανέγερση σχολείου.

Το 1856 έδωσε σημαντικά ποσά σε μερικά λουθηρανικά σχολεία και τον επόμενο χρόνο στο δημοτικό σχολείο των Προτεσταντών της Πέστης. Βοήθησε επανειλημμένες φορές και εκκλησιαστικά νοσοκομεία.

Προς το τέλος του πρώτου μισού του 19°" αιώνα άρχισε να διαμορφώνεται η περιοχή της σημερινής πλατείας Vörösmarty. Οι Έλληνες έμποροι της Πέστης αναγνώρισαν με καλό ένστικτο ότι αυτό το μέρος θα γινόταν μία μέρα το κέντρο της ραγδαία αναπτυσσόμενης πόλης. Στην περιοχή της πλατείας Vörösmarty η οικογένεια Σίνα είχε τρία σπίτια - άλλωστε, την εποχή εκείνη, σχεδόν τα μισά κτίρια της περιοχής ανήκαν σε Έλληνες εμπόρους.

Εικονογραφία σε έκδοση των Rohn και Grund βάσει σχεδίου τον József Hild: Η υπό

ανέγερση καθολική εκκλησία της Lipótváros στην Πέστη, 1863

Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας

η σημαντικότερη, όμως, και μεγαλύτερη προσφορά στη χώρα μας την έκανε για την Ουγγρική Ακαδημία των Επιστημών. Αυτή η Ακρόπολη του ουγγρικού πολιτισμού, η οποία έταξε ως στόχο της την πνευματική καθοδήγηση της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής και επιστημονικής ανάπτυξης της χώρας, ακόμα και στη δεκαετία του 1850 δεν διέθετε μόνιμη έδρα. Ανάμεσα σία 1825 και στα 1830 οι συνεδριάσεις της γίνονταν ακόμα στο κοινοβούλιο του Pozsony, στην αίθουσα της Άνω Βουλής. Στην Πέστη για τις συνεδριάσεις του Προεδρείου βρέθηκε χώρος μόλις το 1830 και για τις ολομέλειες το 1831. Η βιβλιοθήκη στεγαζόταν σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους (για ένα διάστημα π. χ. στο μέγαρο της ελληνικής οικογένειας Νάκου), όπου γίνονταν και οι συνεδριάσεις της Διεύθυνσης και των επιτροπών.

Τελικά, το 1859, μετά από έκκληση του κόμη Emil Dessewffy, Προέδρου της Ακαδημίας άρχισε έρανος. Αλλά πριν ακόμα αρχίσει η δημόσια συλλογή χρημάτων, στις 14 Αυγούστου 1858, ο βαρώνος Σίμων Σίνας έκανε την προσφορά του, ύφους 80.000 φιορινιών, η οποία ήταν η πρώτη και μεγαλύτερη ιδιωτική δωρεά. Η σχετική επιστολή του βαρώνου και το «Ιδρυτικό'Εγγραφο» που περιείχε τους όρους της δωρεάς, συντάχθηκαν στη Βιέννη.

Chr. Steinecken (βάσει σχεδίου του Hermann Lüders): Το κτίριο της Ουγγρικής Ακαδημίας

Επιστημών στην Πεστη, 1856

Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας

εβαστή Ουγγρική Επιστημονική Εταιρία,

Η επιστήμη είναι εξουσία: εξουσία η οποία επιτυγχάνει όλον και περισσοτέρας νίκας αφ' ενός, δια των ερευνών και των εφευρέσεων της κατά της αψύχου Φύσεως, την οποίαν καθιστά οίον φόρου υποτελή της, αφ' ετέρου, δια της φωτεινής αυτής ακτινοβολίας, εν τω πνευματικό και ηθικώ κόσμω, όταν, διαρρηγνύουσα τας ομίχλας της αμάθειας και των προκαταλήψεων, αναπτύσσουσα την νοημοσύνην, εξευγενίζουσα την καρδίαν οδηγεί εις την γνώσιν και την αγάπην της πραγματικότητος, και θεραπεύει, συνάμα, και τα προερχόμενα εκ των κοινωνικών ατελειών κακά. Τοιουτοτρόπως δε δύναται να αναβίβαση άτομα, έθνη και, τέλος, παν το γένος των ανθρώπων εις την τελειότητα και ευτυχίαν τας οποίας ήθελε να επιδαψιλεύση εις τα νοήμονα πλάσματα του εν τη Γη ταύτη ο Δημιουργός δια των χαρισμάτων του - εάν ηξεύρονν και θέλουν να τα εκμεταλλευθούν πρεπόντως. Δια τον λόγον αυτόν εθεωρούντο εις τα πεπολιτισμένα έθνη τόσον εις τους παλαιούς όσον και εις τους νεωτέρους χρόνους, άξια κοινής προσοχής και ιδιαιτέρας προστασίας τα προάγοντα την επιστήμην μέσα και ιδρύματα. Εις αυτά δύναται να συγκαταλεχθή και η ουγγρική ακαδημία, η οποία ιδρύθη τη συναινέσει και στηρίξει προθύμων εις θυσίαν, δεδοξασμένων πατριωτών και σοφών ηγεμόνων και της οποίας τους κανονισμούς περισσότερον πάντων ο νυν βασιλεύων μεγαλειότατος ημών Ηγεμών ηυδόκησε μεγαλοψύχως να επικύρωση. Εις την αύξησιν του χρηστού τούτου ιδρύματος θέλω να συμβάλω και εγώ, ώστε η Ακαδημία δννηθή να απόκτηση το ταχύτερον αξίαν αντήζ στέγην, και προς τούτο αφιερώνω ογδοήκοντα χιλιάδας φιορινιών όπως μαρτυρεί η συνημμένη εδώ ιδρυτική επιστολή μου.

Ας ευδοκήση η Σεβαστή Εταιρία να δεχθή εγκαρδίως την προσφοράν μου και την ειλικρινή ευχήν μου όπως η δράσις τον επιστημονικού τούτου ιδρύματος στεφθή υπό της μεγαλυτέρας δυνατής επιτυχίας προς όφελος του έθνους. Μετ' ιδιαίτερου σεβασμού ο ταπεινός Υμών δούλος Βαρώνος Σίμων Σίνας Εν Βιέννη, τη 14η Αυγούστου 1858.

 

Ο Σίμων Σίνας κοινοποιεί την προσφορά του, αξίας 80.000 φιορινιών, στην Ουγγρική

Ακαδημία Επιστημών, 14 Αυγούστου 18S8

Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων

πιθυμών να αποδείξω εμπράκτως το θερμόν μου ενδιαφέρον δια την υτιόθεσιν της ουγγρικής εθνικής μορφώσεως και επιστήμης και την προς προώθησιν των ιερών τούτων σκοπών συσταθείσαν ονγγρικήν ακαδημίαν, οδηγούμενος δε από την πεποίθησιν ότι είναι επιθνμητόν όπως το προαναφερθέν ονγγρικόν κεντρικόν ίδρυμα διαθέτη ιδικήν του μόνιμον έδραν, ίνα εν αυτή συνέχιση μετ ανέσεως το ευγενές αυτού έργον και ηαράσχη ασφαλή στέγην εις τας σνλ-λογάς του, προβαίνω εις την σύστασιν της ακολούθου δωρεάς:

  1. Κατατάσσομαι νυν εις την σειράν των ιδρυτών προσφέρων ογδοήκοντα χιλιάδας φιορινιών, ποσόν, το οποίον θα καταβάλλω εις το ταμείον της Ακαδημίας επί οκτώ έτη εις δόσεις δέκα χιλιάδων φιορινιών ανά έτος.
  2. Η πρώτη δόσις δέκα χιλιάδων φιορινιών θέλει καταβληθή υπ' εμού τη 1" Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους 1858, αι δε λοιπαί δόσεις εις τα επόμενα επτά έτη, εκάστη 1" Νοεμβρίου, έως ότου εξοφληθή όλον το κεφάλαιον
  3. Δια τας υπολειπομένας δόσεις θα καταβάλλω τόκον ύψους πέντε τοις εκατόν.
  4. Επιθυμώ δε τούτο το ίδρυμα μου, συν τοις τόκοις αυτού, να διατεθή αποκλειστικώς δια το κτίριον της Ακαδημίας, ούσα μία εκ των θερμότερων πόθων της ψυχής μου όπως η Ακαδημία ανθίση επί μακρόν εντός των τοίχων του, ανταποκρινόμενη ολονέν και περισσότερον και ολονέν και επιτνχέ-στερον εις τον υψηλόν αυτής ηροορισμόν - διαβάζουμε σιην ιδρυπκήν επιστολή του βαρώνου Σίμωνος Σίνα.

Το ιδρυτικό δίπλωμα της προσφοράς του βαρώνου Σίμωνα Σίνα 14 Αυγούστου 1858

Βιβλιοθήκη της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών, Αρχείο Χειρογράφων

ε αναγνώριση της πλουσιοπάροχης δωρεάς του βαρώνου, η Ακαδημία, στις 19 Δεκεμβρίου 1858, τον εξέλεξε, με ομόφωνη ψήφο, μέλος της Διοικητικού Συμβουλίου. 0 βαρώνος παρευρέθηκε σε όλες τις τακτικές ετήσιες συνεδριάσεις, όσο η κατάσταση της υγείας του το επέτρεπε.

Άλλωστε, αργότερα συμπλήρωσε τη δωρεά του με μικρότερα ή μεγαλύτερα ποσά, π. χ. όταν έλειπαν τα χρήματα για τη βαφή της αίθουσας τελετών.

0 βαρώνος Σίμων Σίνας ήταν μέλος της Διεύθυνσης της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά το θάνατο του, στη συνεδρίαση της 29ης Μαΐου 1876, ο Lőrincz Tóth έβγαλε γι' αυτόν επιμνημόσυνο λόγο που παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις σπουδαιότερες πηγές για τη ζωή και τις δωρεές του.

Μετά από παράκληση της Ακαδημίας η κόμισσα Hedvig Wimpffen-Zichy, σύζυγος του κόμη Ágost Zichy, μία από τις εγγονές του βαρώνου, έστειλε, το 1888, μία ελαιογραφία που παρίστανε τον Σίμωνα Σίνα. 0 πίνακας κοσμεί και σήμερα την αίθουσα της Διεύθυνσης της Ακαδημίας.

K. Stauffer-Bern: Βαρώνος Σίμων Σίνας, 1874

Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

ε την ολοκλήρωση του κτιρίου της Ακαδημίας το 1865 στα επόμενα χρόνια ο κύριος σκοπός έγινε η αρμόζουσα διακόσμηση των εσωτερικών χώρων της Ακαδημίας. Η αίθουσα τελετών και η αίθουσα διαλέξεων, όπου διεξάγονταν οι συνεδριάσεις και οι σημαντικότερες εκδηλώσεις, είχαν ανάγκη κατάλληλης διακόσμησης. Αυτός είναι ο λόγος που τα έργα τέχνης που προορίστηκαν για εδώ εκφράζουν την τόσο χαρακτηριστική για την εποχή τάση ανασκόπησης του εθνικού παρελθόντος.

Τα ιστορικά τοπία του Antal Ligeti είναι παραδείγματα της ηρωικής, ιστορικίζουσας ζωγραφικής τοπίων, οι τέσσερις πίνακες του, αναρτημένοι στην αίθουσα διαλέξεων παριστάνουν σημαντικές τοποθεσίες της ουγγρικής ιστορίας. Οι δύο πρώτοι πίνακες μεγάλου σχήματος - Το κάστρο του Hricsó και Η λίμνη Balaton στο Szigliget - ολοκληρώθηκαν το 1867, δαπάνη του επίτιμου μέλους Ferenc Kubinyi και αποτελούν τα δύο πρώτα κομμάτια μιας σειράς απεικονίσεων ουγγρικών κάστρων. Το 1870 φιλοτεχνήθηκαν ακόμα δυο πίνακες από την ίδια σειρά, με δαπάνες του βαρώνου Σίμωνα Σίνα: Το Κάστρο του Trencsén και Το Κάστρο του Szepes με τα Καρπάθια Όρη. Ο πιο εντυπωσιακός από τους πίνακες που ολοκληρώθηκαν είναι «Το Κάστρο του Trencsén». Στην αίθουσα υπήρχε χώρος για έναν ακόμα πίνακα, που θα ήταν πιθανώς το Visegrád ή το Vajdahunyad αλλά αυτός ο πίνακας δυστυχώς δεν ετοιμάστηκε.

Antal Ligeti, Ύο κάστρο τον Trencsén, 1870

Ουγγρική Ακαδημία Επιστημών

Σίμων ήταν επί 8 έτη πρεσβευτής του βασιλιά Όθωνα στην Αυστρία, τη Βαυαρία και την Πρωσία. Το 1864, όταν και η Αυστρία αναγνώρισε τον νέο βασιλιά Γεώργιο, παραιτήθηκε από το πρεσβευτικό αξίωμα του. Τότε ο Βασιλεύς των Ελλήνων, σε αναγνώριση της δραστηριότητας του ως πρέσβη, του απένειμε το Μεγαλόσταυρο του ελληνικού Τάγματος του Σωτήρος, ενώ παράλληλα, με την ίδια αιτιολόγηση, έλαβε από τον Αυστριακό αυτοκράτορα το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σιδηρού Στέμματος. Στις 5 Δεκεμβρίου 1870, κατόπιν ουγγρικής εισηγήσεως, έλαβε το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Λεοπόλδου για την επιστημονική και άλλη κοινωφελή δραστηριότητα που είχε αναπτύξει στην Ουγγαρία και έγινε κάτοχος και πολλών άλλων (μεταξύ άλλων: τουρκικών, μεξικανών, γαλλικών, πρωσικών και βαυαρικών) διακριτικών τίτλων. Το 1874 έγινε μέλος, δια βίου, του Σώματος των Ευγενών του Αυτοκρατορικού Συμβουλίου.

Το επιβλητικό μέγαρο του στη Βιέννη σχεδιάστηκε από τον Θεόφιλο Hansen και ο βαρώνος ανέθεσε στον Kari Rahl, τον ονομαστότερο Βιεννέζο ζωγράφο της εποχής, την εσωτερική διακόσμηση. Δυστυχώς το κτίριο καταστράφηκε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο - σήμερα στη θέση του υπάρχει μόνο μία αναμνηστική πλάκα.

J. F. Stock: Ύο μέγαρο τον Βαρώνον Σίμωνα Σίνα, 1860

Ιδιωτική συλλογή

Ιφιγένεια Γκίκα σύζυγος του Σίμωνα Σίνα καταγόταν επίσης από ελληνική οικογένεια. Οι Γκίκα, όπως και οι Σίνα κρατούσαν από τη Μοσχόπολη της Βόρειας Ηπείρου. Θεμελίωσαν την περιουσία τους ως έμποροι γουναρικών. Είχαν κτήματα στα κομιτάτα Temes και Krassó. Η οικογένεια έλαβε τίτλο ευγενείας από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Α' το 1813, πρώτ' απ' όλα για την εμπορική δραστηριότητα τους και την περίθαλψη των φτωχών.

Από το γάμο του βαρώνου Σίμωνα Σίνα και της Ιφιγένειας Γκίκα γεννήθηκαν έξι παιδιά αλλά μόνο τέσσερις κόρες έζησαν μέχρι την ενηλικίωση.

Η Ιφιγένεια Γκίκα, όπως και ο σύζυγος του, υποστήριξε πολλές φορές διάφορες ευεργετικές πρωτοβουλίες (σωματεία γυναικών, νοσοκομεία) και εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το 1860 και η βαρώνη Σίνα έκανε κληροδότημα στα κτήματα Gödölló-Hatvan-Lőrinc για την ίδρυση ιδιωτικού διδασκαλείου όπου μία δασκάλα δίδασκε διάφορα επαγγέλματα αναγκαία για φτωχά κορίτσια, σε 12 κοπέλλες καθολικού και άλλες τόσες προτεσταντικού δόγματος. Στήριξε και ταλαντούχους καλλιτέχνες: βοήθησε και τον νεαρό, προικισμένο ζωγράφο György Palinay κατά τις σπουδές του στη Βιέννη.

György Suhajdy: Ιφιγένεια Γκίκα, σύζυγος του βαρώνου Σίμοονα Σίνα

Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

Σίμων Σίνας ήταν ένας εκ των πλουσιότερων μεγιστάνων και των μεγαλύτερων ευεργετών της εποχής του, γι' αυτό πολλοί καλλιτέχνες τον απαθανάτισαν. Η πρώτη γνωστή προσωπογραφία - έργο του Joseph Kriehuber (1800 - 1870) - τον παρουσιάζει σε καθημερινό περιβάλλον. Η εικόνα του στον τόμο «Το λεύκωμα μου» του Gyula Sárossy (1857) είναι έργο του Miklós Barabás. Αυτή είναι και η γνωστότερη απεικόνιση του βαρώνου. Το ίδιο έτος, στο περιοδικό Napkelet («Ανατολή») δημοσιεύθηκε λιθογραφία ενός λιγότερο γνωστού καλλιτέχνη, του Ι. Μ. Kayser - το έργο αυτό όμως δεν ανήκει στις καλύτερες απεικονίσεις του βαρώνου. Το 1863 ο Rezső Grimm σχεδίασε το πορτραίτο του βαρώνου για το βιβλίο «Βιογραφική και Προσωπογραφική Πινακοθήκη Ούγγρων Μεγιστάνων». Μία, λίγο τροποποιημένη, παραλλαγή της λιθογραφίας αυτής εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο στο τυπογραφείο των αδελφών Pollák.

Joseph Kriehuher: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1845
Kayser: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1857
Rezső Grimm: 0 βαρώνος Σίμων Σίνας, 1863
Rezső Grimm: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας, 1863
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

Σίμων Σίνας υποστήριξε με βοήθειες και παραγγελίες τους πιο προικισμένους καλλιτέχνες της εποχής του. Στην Ουγγαρία έκαμε δωρεά στη σχολή ζωγράφων του Jakab Marastoni, έδωσε γρήγορη βοήθεια στον γλύπτη Miklós Izsó και τακτικές παραγγελίες στον ζωγράφο György Palinay. Είχε την πρόθεση να ιδρύσει μία πινακοθήκη από έργα Ούγγρων ζωγράφων στο μέγαρο ίου Gödöllő που, εκτός από την υποστήριξη των ντόπιων ζωγράφων θα χρησίμευε και για την κατάλληλη διακόσμηση του μεγάρου. «Ο βαρώ-νος Σίνας, εις το εν Gödöllő ωραίον μέγαρόν τον θα δημιουργήση μίαν μεγάλην πινακοθήκην δια την οποίαν εκέρδισε τους πλέον διακεκριμένους ζωγράφους μας. Δια τον ίδιον σκοπόν έκαστον μήνα θα αγοράζη πίνακας από την έκθεοιν.» (Ταχυδρόμος των Κυριών, 22 Μαΐου 1857). Πρόθυμα υποστήριζε τον φτωχό, τον ανήμπορο, τον ολιγοχρήματο αλλά ταλαντούχο καλλιτέχνη, όμως πάντα με περίσκεψη. Αυτό δείχνει και το εξής ανέκδοτο: «(Για τον βαρώνο Σίνα κυκλοφορεί ένα ανέκδοτο στις παρισινές εφημερίδες.) Ο βαρώνος Σίνας παρεκάλεσεν ένα ταλαντον-χον νεαρόν ζωγράφον, τον οποίον εγνώριζεν από καιρόν, να γράψη τι εις το αναμνηστικόν λεύκωμα τον. Ο νεαρός εσημείωσεν εις το βιβλίον. «Δανείσατε μοι 100 χιλιάδας φράγκων, κύριε Σίνα, και λησμονήσατε με δια παντός». Ο δε Σίνας απεκρίθη: Εσείς είσθε πάρα πολύ σνμπαθής δια να Σας λησμονήση κανείς - και πάρα πολύ ταλαντούχος δια να μη λογαριάζηται δι' αμαρτίαν να Σας δοθή τοιαύτη ενκαιρία δι' αργοσχολίαν». (Εφημερίς της Κυριακής, 30 Σεπτεμβρίου 1860).

Miklós Barabás: Προσωπογραφία τον Βαρώνον Σίμωνα Σίνα, 1857

Ουγγρική Εθνική Πινακοθήκη

íven όμως αναμφίβολο ότι ο γνωστότερος από τους Ούγγρους καλλιτέχνες από τους οποίους ο βαρώνος παράγγειλε έργα τέχνης, είναι ο Miklós Barabás. Από κατάλογο που ο καλλιτέχνης (που ήταν συνομήλικος ίου Σίμωνα Σίνα) είχε συντάξει για δική του χρήση, ξέρουμε ότι είχε φιλοτεχνήσει γραφικά σχέδια και πίνακες ζωγραφικής κατά παραγγελίαν του βαρώνου. Απ' αυτούς ο μεγαλύτερος σε μέγεθος είναι, ασφαλώς, Η ιοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων. Ο βαρώνος Σίμων Σίνας παρήγγειλε αυτόν τον πίνακα από το ζωγράφο για να τιμήσει τη μνήμη του πατέρα του, ο οποίος ήταν ο σημαντικότερος επενδυτής της Γέφυρας των Αλυσίδων. Αν και ο Barabás άρχισε να κάνει σχεδιαγράμματα από το 1842, ο πίνακας ολοκληρώθηκε μόλις το 1864. Η ταυτοποίηση των προσώπων που απεικονίζονται στον πίνακα είναι δυνατή με τη βοήθεια μιας επεξηγηματικής μελανογραφίας του καλλιτέχνη. Στον πίνακα ο Γεώργιος Σίνας εικονίζεται συντροφιά με tov Ferenc Ürményi, τον Παλατίνο Ιωσήφ και τον κόμη István Széchenyi. Ο πίνακας είναι, ιαυτόχρονα, τεκμήριο που απαθανατίζει το σημαντικότερο γεγονός και τις σημαντικότερες ιιροσωπικότητες της Εποχής των Μεταρρυθμίσεων. Μετά την ολοκλήρωση του ο Σίμων Σίνας χάρισε τον πίνακα στην Πινακοθήκη του Εθνικού Μουσείου, η οποία θεμελίωνε τη συλλογή της σ' εκείνα τα χρόνια. Είναι γνωστές και δύο άλλες παραλλαγές του πίνακα, μία μικρότερη ελαιογραφία και μία υδατογραφία.

Miklós Barabás: Η τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων, 1842
Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της Πρωτεύουσας
Miklós Barabás: Η τοποθέτηση του θεμέλιου λίθου της Γέφυρας των Αλυσίδων, 1864
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

ο 1857 ο ζωγράφος Miklós Barabás, μετά από πρόσκληση του βαρώνου, κατέφθασε στο Gödöllő όπου ζωγράφισε μερικούς πίνακες για τον πλούσιο παραγγελιοδότη του, ένα μέρος των οποίων παρίστανε μέλη της οικογένειας. Για έναν από τους υπό ετοιμασία πίνακες έγραψε και ο σύγχρονος Τύπος, π. χ. ο Ταχυδρόμος των Κυριών τον Οκτώβριο του 1857: «Όσον αφορά εις τους πίνακας αναφέρομεν ότι οι επισκέπται τον εργαστηρίου ιον Barabás νυν δύνανται να περιμένουν πάρα πολλάς τέρψεις. Ο καλλιτέχνης έχει σχεδόν έτοιμον ένα εκ των πινάκων τους οποίους έχει παραγγείλει απ' αυτόν ο βαρώνος Σίμων Σίνας. Παριστά το μέγαρον του Gödöllő, το δε προσκήνιον καταλαμβάνεται υπό αμάξης ουγγρικού τύπου με πέντε ίππους εις την οποίαν κάθεται ο ευγενής βαρώνος και μία εκ των γοητευτικών θυγατέρων του. Τα πρόσωπα - δια να εκφρασθώμεν ούτως - είναι εζωγραφισμένα με την χαρακτηριστικήν του Barabás ακρίβειαν, ούτως ή άλλως δεν θα ημπορούσαμεν να είπωμεν περισσότεράν τι/Ετι και ο αμαξηλάτης με το ανεμιζόμενον υποκάμισόν του και ο ουσσάρος με την οτολήν του είναι εικονισμένοι με απατη-λήν, σχεδόν, ακρίβειαν. Ελπίζομεν ότι ούτος ο πανεύμορφος πίναξ - ο οποίος θα κοσμή το εν Ενετία μέγαρον τον κυρίου βαρώνον - θέλει εκτεθή και ας την Φιλόμονσον Εταιρείαν.» Το κτήμα του Gödöllő είχε αγορασθεί από τον βαρώνο Γεώργιο Σίνα το 1850. Δυστυχώς η οικογένεια διέμεινε εδώ αρκετά σπάνια. Ο γερο-βαρώνος είχε κυρίως οικονομικά σχέδια για το τσιφλίκι: με τα προϊόντα του ήθελε να εφοδιάσει την πρωτεύουσα. Ο δε νεότερος βαρώνος είχε άλλα στο νου: ήθελε να το κάνει κέντρο κοινωνικής ζωής και έδρα της οικογένειας.

Miklós Barabás: Το μέγαρο τον Gödöllő και το équipage με πέντε άλογα, 1859

Ιδιωτική συλλογή

ροσδίδει έμφαση στο ρόλο του Gödöllő ίο γεγονός ότι το 1857, όταν ο αυτοκράτωρ Φραγκίσκος Ιωσήφ επισκέφθηκε την Ουγγαρία, ο βαρώνος - με την ιδιότητα του Ούγγρου αριστοκράτη - ήθελε να τον υποδεχθεί στο μέγαρο του Gödöllő. Προετοιμαζόμενος για την επίσκεψη ανακαίνισε όχι μόνο τα έπιπλα του μεγάρου αλλά και το λεγόμενο περίπτερο των βασιλέων. Αυτό το μικρό, εξάγωνο κτίριο είχε κτισθεί από τον κόμη Grassalkovich τον Α', λίγα χρόνια μετά την επίσκεψη της Μαρίας Θηρεσίας (1751). Στο περίπτερο τοποθετήθηκαν προσωπογραφίες των Ούγγρων βασιλιάδων από τους φυλάρχους της εποχής της καθόδου των Ούγγρων στη σημερινή πατρίδα τους έως τη Μαρία Θηρεσία. Η διάταξη των 54, συνολικά, εικόνων ήταν η εξής: αριστερά και δεξιά από κάθε πόρτα και κάθε παράθυρο ήσαν αναρτημένοι από τέσσερις πίνακες ενώ πάνω από κάθε πόρτα και από κάθε παράθυρο υπήρχε ένας μεγάλος πίνακας. Οι πίνακες καταστράφηκαν από τα αυστριακά στρα-ιεύματα όταν, το 1849, τον καιρό του ουγγρικού αγώνα της ελευθερίας ηττήθηκαν στο κοντινό Isaszeg. Πιθανώς κατέστρεψαν από οργή τις απεικονίσεις των Ούγγρων βασιλιάδων. Αυτό λοιπόν το περίπτερο ανακαίνισε ο βαρώνος Σίμων Σίνας, συμπληρώνοντας τη σειρά των ηγεμόνων μέχρι τη δική του εποχή. Φρόντισε για τη συντήρηση των έργων που υπέστησαν ζημιές και για την επαναζωγράφιση των τελείως κατεστραμμένων. Αυτή η λεπτομέρεια έχει σημασία διότι δείχνει την πρόθεση της οικογένειας να εγκατασταθεί και να ριζώσει στην Ουγγαρία. Δεν έφταιξαν οι ίδιοι αν η ουγγρική αριστοκρατία δεν τους δέχθηκε στους κόλπους της.

Το περίπτερο των βασιλέων
Προσωπογραφία του Ούγγρου βασιλιά
ΣαμουήλAba
Προσωπογραφία του Ούγγρου βασιλιά
Στεφάνου του Δ'
Ουγγρικό Εθνικό Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

σοι τον εγνώριζον εγγύθεν, ηξεύρονν ότι ο πλέον διακαής του πόθος ήτο να ιδή την μίαν ή την άλλην θυγατέρα τον ή και τας τεσσάρας ευτυχείς υπό τον ουρανόν της Ουγγαρίας. Αποκτήσας δε από τους κόμητας Viczay τα πρώην κτήματα Grassalkovich ήρχετο να ηαραθερίζη εις το απολαυστικόν Gödöllő, εις το μέλαθρον όπου σήμερον συνηθίζουν να αναπαύ-WVtai, απολαμβάνοντες την αμεριμνησίαν του οικογενειακού βίου, ο μεγαλειότατος ηγεμών μας και η βασίλισσα. Η ευκαιρία ήτο δεδομένη: όμως η ρυθμίζουσα τα ανθρώπινα Μοίρα η οποία είναι Swatunépa της ανθρωπινής βουλήσεως, απεφάσισεν αλλέως και τούτος ο πόθος τον μακαρίτου ιμεινεν ανεκπλήρωτος. Το κτήμα του Gödöllő επωλήθη, ο δε πρώην κύριος του εις τα εξής επεσκέ-ιιιηο ιην πρωτεύουσαν μόνον μετ ευκαιρίας εθνικών εορτών από τας οποίας πιστός εις την χώραν tOV Ούγγρος ευπατρίδης δεν ημπορούσε να λείπη. Αι δε θυγατέρες τον, μορφωμέναι, έχουσαι ευγενή καρδίαν και εκλεκτήν ανατροφήν, ελήφθησαν εις γάμον υπό φορέων μεγάλων ονομάτων άλλων ιθνών. (Lőrincz Tóth)

Οι Ούγγροι ευπατρίδες δεν μπορούσαν να θεωρούν καλή επιλογή για γάμο αυτήν την οικογένεια που είχε πλουτίσει από το εμπόριο και επιπλέον δεν ήταν καν ουγγρικής καταγωγής, έτσι, 11 λικά, όλες οι κόρες παντρεύτηκαν στο εξωτερικό. Η Αναστασία (1838-1889) έγινε σύζυγος του κόμη Viktor Wimpffen, η Ειρήνη (1843-1881) του πρίγκιπα Μαυροκορδάτου, η Ελένη (1845-I1 ·3) του βασιλικού πρεσβευτή της Ελλάδος πρίγκιπα Υψηλάντη και η Ιφιγένεια (1846-1914) παντρεύτηκε τον πρίγκιπα de Castries, γαμπρό του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Προσωπογραφίες τον βαρώνον Σίμωνα Σίνα και τον πρίγκιπα Υψηλάντη

από το εργαστήριο τον Nadar

Μουσείο Hermán Ottó, Miskolc

βαρώνος Σίμων Σίνας πέθανε στις 15 Απριλίου 1876 στη Βιέννη και κηδευθηκε στις 17 Απριλίου στο οικογενειακό κτήμα του Rappoltenkirchen. Ο Lőrincz Tóth, στον επιμνημόσυνο λόγο που εκφώνησε στη συνεδρίαση της Ακαδημίας στις 29ΓΚ Μαΐου, χαρακτήρισε τον αποβιώσαντα ως εξής:

«Εν των εκλεκτότερων γνωρισμάτων τον χαρακτήρος τον ήτο να μη τιράττη κακόν εις κανένα, μάλλον να ανταποδίδη με καλόν έτι και το εις εκείνον πραχθέν κακόν. Να μη ηροσβάλλη ποτέ τα δικαιώματα ή τα συναισθήματα κανενός και να μη αφίνη τιοτέ την αρετήν χωρίς την ανταξίαν αυτής αμοιβήν... Εις την μεταχείρισιν των ανθρώπων το σύνθημα τον ήτο «Fortiter in re, suaviter in modo»: ήτο αυστηρός εις τας διαταγάς και την εκτέλεσίν των αλλά δίκαιος και επιεικής εις την κρίσιν και τας αποφάσεις. Όσον ανοικτός, ειλικρινής και έντιμος ήτο εις τας δημοσίας και εμπορικός σχέσεις και σνναναστροφάς τον, τόσον εξήσκει την αρετήν ταύτην εις την οικογενειακήν και ιδιωτικήν ζωήν τον. Εμίσει την υποκρισία την οποίαν και απέρριπτε με ανδροπρεπή καταφρόνησιν και εφώτιζεν καταλλήλως με νόστιμην ειρωνείαν. Ούτος αντός δεν εκαυχάτο ποτέ: ουδέποτε ήκονσε δειλούς καταδότας και προδότας, τούτους τους αποκρουστικούς τυφλοπόντικας του ανθρωπίνου γένους και ως φιλελεύθερος άνθρωπος άφινε και τον μικρότερον υπηρέτην του να ομιλή ελευθέρως εάν ο εν λόγω είχε επισκιασθή και απειληθή υπό τίνος υποψίας ερχόμενης εξ οιασδήποτε κατευθύνσεως. Εις φιλικήν συντροφίαν ήτο γνήσιος «bonhomme», ανθρώπινος, εύθυμος, αξιαγάπητος, η συνομιλία του ζωηρά, συχνάκις εμπνευσμένη: ηγάπα το καλόν αστείον και τα ανέκδοτα...»

Miklós Barabás: Ο βαρώνος Σίμων Σίνας

Ουγγρικό Β0Μκά Μουσείο, Ιστορική Πινακοθήκη

έραν των πολυάριθμων δωρεών του στην Ουγγαρία η προσοχή του βαρώνου Σίμωνα Σίνα από τη δεκαετία του '60 στράφηκε προς τη γη των προγόνων του, την Ελλάδα. Σ' αυτό ασφαλώς έπαιξε ρόλο και η απογοήτευση του από τις ουγγρικές συνθήκες. Χρηματοδότησε επί είκοσι χρόνια τη συντήρηση του Αστεροσκοπείου Αθηνών που είχε ιδρύσει ο πατέρας του, η χρηματοδότηση αυτή περιλάμβανε τόσο το μισθό των υπαλλήλων όσο και τους τεχνολογικούς νεωτερισμούς.

Τις ζωγραφιές των προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών τις ζωγράφισε, δαπάνη του βαρώνου, εκείνος ο Kari Rahl ο οποίος είχε ζωγραφίσει και τη διακόσμηση του μεγάρου του Σίμωνα Σίνα στη Βιέννη και ήταν ο ονομαστότερος ζωγράφος της εποχής. Το μεγαλύτερο ευεργέτημα του βαρώνου προς την Ελλάδα ήταν η ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών. Το κτίριο ανεγέρθηκε με δικές του δαπάνες, βάσει των σχεδίων του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλο Hansen, ενώ τα γλυπτά του φιλοτεχνήθηκαν από τον Λεωνίδα Δρόση, ο οποίος είχε σπουδάσει χρόνια στη Ρώμη δαπάνη του βαρώνου.

Franz Josef Sandmann (βάσει σχεδίου τον Rudolf Alt): Η μη ενωμένη (ορθόδοξη) ΐ'λληνική

εκκλησία της Πέστηζ, 1853

Ιστορικό Μουσείο Βουδαπέστης, Πινακοθήκη της ΠρωΓ£ΐ)οι»σας

 

   
Előző fejezet